- χαρτομαντεία
- η гадание на картах
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
χαρτομαντεία — Μέθοδος της μαντικής τέχνης, που προβλέπει το μέλλον με το ρίξιμο των χαρτιών της τράπουλας. Η χ. προήλθε από την αστρολογία, χρησιμοποιήθηκε όμως κυρίως από τα μέσα του 18ου αι. και διαδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ασκείται κυρίως από γυναίκες… … Dictionary of Greek
χαρτομαντεία — η η μαντεία με τα τραπουλόχαρτα, το ρίξιμο των χαρτιών … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ταρό — και ταρόκ(κ)ο και ταρόκ, το, Ν δέσμη παιγνιοχάρτων που χρησιμοποιείται στην χαρτομαντεία ή για χαρτοπαίγνιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. tarok / taroc (πρβλ. και γαλλ. tarots) < απαρχαιωμένο ιταλ. tarocco] … Dictionary of Greek
χαρτομάντης — ο, θηλ. χαρτομάντισσα, Ν αυτός που ασχολείται με την χαρτομαντεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαρτιά + μάντης. Η λ., στον τ. χαρτόμαντις, μαρτυρείται από το 1886 στην εφημερίδα Ακρόπολις] … Dictionary of Greek